LifeIsWhatHappensToYou, WhileYou'reBusyMakingOtherPlans.

• Βιογραφικό/Short Bio

15 Σχόλια

Στα Ελλήνικος! / In English pleeeease!

____
"The Iperxreomenos"Ο Δημήτριος Κουτσομήτσος γεννήθηκε στην Αθήνα στις 29/5 του 1977 από αστική οικογένεια. Στην άγνοια τους πάνω, γονείς και συγγενείς χάρηκαν και διασκέδασαν το γεγονός, μη δίνοντας σημασία στον παραβολικό συμβολισμό της ημερομηνίας. O πατέρας του προλετάριος με γαλλικά και πιάνο, ενώ καθοριστικό ρόλο στην μετέπειτα ιδεολογική του εξέλιξη θα διαδραματίσει και ο παππούς, παλαίμαχος αντιστασιακός, που αποκάλυψε την υψίστη προδοσία των μητροκτόνων Ελλήνων, όταν το ’87 κέρδισαν το Ευρομπάσκετ ενάντια στην μητέρα τότε, Σοβιετική Ένωση.

Θα μεγαλώσει σε ένα προάστιο της δυτικής Αττικής, όπου και διαμένει ακόμα, παρότι πλέον είναι 33ων ετών μαντράχαλος. Μάλιστα για να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, συχνά κάνει το σαχλό λογοπαίγνιο, ότι διαμένει στο L.A. (Λεκανοπέδιο Αττικής), παρασύροντας τον συνομιλητή του σκοπίμως σε πλάνη, ο οποίος με την σειρά του εξάγει λανθασμένα το συμπέρασμα ότι διαμένει στο Λος Άντζελες της Καλιφόρνιας. Φυσικά δεν αισθάνεται για αυτό καθόλου τύψεις, αφού μαζί με τα υπόλοιπα ελαττώματά του μπορεί κάποιος να του προσάψει και την υπεράσπιση της ιδεολογικής θέσης, πως αν κάτι δεν το αναφέρεις ολοκληρωμένα και ο συνομιλητής σου καταλήξει σε λάθος συμπεράσματα, αυτό δεν αποτελεί ψέμα, αλλά απλή παράλειψη.

Συνήθης φραστική αντιπαράθεση που ακολουθεί είναι η εξής, «μα δεν μου το ‘πες» από το θύμα, με την απάντησή του «μα δεν με ρώτησες».

Πάσχει από «ενεσοφοβία», μια πάθηση που οι ασθενείς φοβούνται υπερβολικά τις ενέσεις και τις βελόνες. Από την άλλη, αυτό είναι καλό γιατί δεν πρόκειται ποτέ να αρχίσει να «τρυπιέται» και να γίνει πρεζάκιας. Πάσχει επίσης από «γαμοφοβία», πάθηση που μάλλον δεν θα του επιτρέψει να γίνει «παντρεμένος»!

Μένει ακόμα στο πατρικό του με την μητέρα του. Κάποτε το σπίτι αυτό ανήκε στην οικογένειά του, όμως εκείνος φρόντισε με την σοφία που τον διακρίνει, αλλά και την νηφαλιότητα στις αποφάσεις του, να βάλει ένα τέλος στους μπελάδες διαχείρισης της περιουσίας από την οικογένειά του και να το «μεταβιβάσει» σε γνωστή αντιπαθητική ελληνική τράπεζα, για να έχει εκείνη τα ντράβαλα.

Τα πρώτα χρόνια της μαθησιακής του σταδιοδρομίας πήγε σε ιδιωτικό Νηπιαγωγείο για δύο έτη, το οποίο τελείωσε επιτυχώς, επιδεικνύοντας ιδιαίτερη κλίση στην δημιουργία κεντητών κάδρων και στην αναγνώριση μουσικών θεμάτων. Αναδείχθηκε επίσης πολλές φορές νικητής στις μουσικές καρέκλες. Έπειτα συνέχισε στο εξατάξιο, 5ο Δημοτικό σχολείο το οποίο τελείωσε με άριστα και διαγωγή κοσμιοτάτη, παρόλη την υπερκινητικότητά του και αφού μια χρονιά διετέλεσε και παραστάτης από κωλοφαρδία. Συνέχισε τις σπουδές του στο 5ο Γυμνάσιο, όπου το τελείωσε με υψηλή βαθμολογία, γεμίζοντας με ελπίδες για ένα λαμπρό μέλλον τα όνειρα των γονιών του, ενώ πιθανότατα είναι και ο μοναδικός μαθητής στο πανελλήνιο όπου στην έκθεση έπαιρνε διπλό βαθμό. Τον ένα ως προφορικό, στον οποίο δεν καταλογίζονταν τα ορθογραφικά λάθη του, ο οποίος ήταν συνήθως αρκετά υψηλός και έναν ως γραπτό, που με δυσκολία ξεπερνούσε τη βάση. Από τότε ίσως καλλιέργησε και την τάση να τον ενδιαφέρουν μόνο τα εγκωμιαστικά σχόλια, αδιαφορώντας για τον δεύτερο βαθμό, παρότι δεν γνώριζε πως στο μέλλον θα αναπτυχθούν οι αυτόματοι διορθωτές κειμένου. Και να που για μια ακόμα φορά δικαιώθηκε.

Τελευταίος σταθμός του στη μέση εκπαίδευση, το Ενιαίο Πολυκλαδικό Λύκειο, όπου το τελείωσε και αυτό με υψηλή βαθμολογία, παρότι είχε ήδη αρχίσει να φαίνεται ο άστατος χαρακτήρας του. Φήμες που αναφέρουν ότι το γεγονός πως δεν έμεινε από απουσίες στην ίδια τάξη της τρίτης Λυκείου, οφείλεται στις καλές δημόσιες σχέσεις του με τους καθηγητές, παραμένουν ανεπιβεβαίωτες και κατ’ επέκταση αβάσιμες. Τελικά λόγω κεκτημένης ταχύτητος πέρασε στο ΤΕΙ Πειραιά, στο τμήμα των Ηλεκτρολόγων Μηχανικών στο οποίο φοίτησε δύο ολόκληρες εβδομάδες, συμπεριλαμβανομένης και αυτής των εγγραφών, διαπιστώνοντας πως δεν είναι για τα μούτρα του αυτή η σχολή.

Έπειτα από αγρανάπαυση με ξίδια και ξενύχτια περίπου ενός έτους, για περισυλλογή και σκέψη, ώστε να δώσει απαντήσεις στην ερώτηση, «πού βαδίζουμε ρε αδερφέ;» αποφάσισε να φοιτήσει σε γνωστό Καλλιτεχνικό Εργαστήρι ως γραφίστας. Για την ακρίβεια ξεκίνησε ως διακοσμητής αλλά οι συγκυρίες και η ζωή τον έφεραν στον δρόμο της γραφιστικής. Οι ίδιες συγκυρίες που θα του δείξουν την πόρτα εξόδου της σχολής, ένα χρόνο μετά. Ο ίδιος θα το αποδώσει ως πράξη αντιποίνων για το ατυχές περιστατικό με την γραμματέα της σχολής, όπου σε διαφωνία εποικοδομητικού διαλόγου, της απεκάλυψε πως γνωρίζει τα δικαιώματά του, με την ειλικρινή και ξεκάθαρη δήλωση διαμαρτυρίας, «πως το ότι κοιμάσαι με τον διευθυντή σπουδών, δεν σημαίνει ότι μπορείς να έχεις και άποψη». Κάτι αντίστοιχο θα συμβεί και με την σχολή Ιταλικών, που είχε αρχίσει εκείνη την χρονιά, όταν στον διευθυντή και ιδιοκτήτη, θα του ξεκαθαρίσει «εγώ πληρώνω, εμένα θα παίρνεις τηλέφωνο για τις απουσίες», όταν η γραμματεία του πρώτου, σε επίδειξη υπερβάλλοντος ζήλου, ενημέρωσε το σπίτι της γκόμενας του για την κοπάνα τους, ενώ παράλληλα στο παρελθόν, τους είχε σαφέστατα ξεκαθαρίσει πως «έρχομαι στα Ιταλικά επειδή μου αρέσει να ακούω τους άλλους να μιλάνε, σαν χόμπι», διεκδικώντας για άλλη μια φορά τα πρωτεία, όντας σπάνια περίπτωση μαθητή που εκδιώχθηκε από δύο ιδιωτικές σχολές την ίδια χρονιά. Τελικά θα συνεχίσει σε άλλη ιδιωτική σχολή γραφίστικης, από όπου θα φύγει κοινή συναινέσει. Αυτό βάζει και ένα άτυπο τέλος στα φοιτητικά του χρόνια, καθώς και στην εποχή της αθωότητάς(!). Φανερά επηρεασμένος από τον «Αλχημιστή» του λαμπρού συγγραφέα Πάουλο Κοέλο που διάβαζε, θα τα θεωρήσει όλα αυτά ως σημάδι που έδειχνε πως ήταν έτοιμος να σταδιοδρομήσει επαγγελματικά, ενώ παράλληλα την κατ’ εξακολούθηση αδυναμία του να ολοκληρώσει οποιαδήποτε από τις σπουδές του, την απέδωσε στον πολυτάλαντο και «non finito» χαρακτήρα του.

Με την προτροπή συγγενών και φίλων διακόπτει την αναβολή, για να καταταγεί για 21 μήνες στο σώμα του πολεμικού ναυτικού, ώστε να εκπληρώσει το χρέος του προς την πατρίδα, παρόλο που ήταν αντίθετος με την όλη ιδέα και σκεφτόταν να το αναβάλει όσο μπορούσε ή ακόμα καλύτερα για πάντα. Τελικά η μια και μοναδική φορά που «άκουσε» τους γύρω του, ήταν και η καθοριστική για να μην το ξανακάνει, αφού μετά από μερικούς μήνες η θητεία μειώνεται σε πρώτη φάση κατά το ένα τέταρτο. Είναι ήδη όμως αργά για δάκρυα Στέλλα. Κατά την διάρκεια της θητείας του ανακαλύπτει πως ιδεολογικά προδίδει τον εαυτό του με την ύπαρξη του και μόνο μέσα στο σύστημα του στρατού, όμως και πάλι είναι αργά. Θα μετατεθεί από τον Πόρο στην Λήμνο και αργότερα στον Σκαραμαγκά, όπου και θα ανακαλύψει για πρώτη φορά την ανάγκη της συγγραφής, συντετριμμένος μετά από μια μεγάλη ερωτική απογοήτευση μιας ολέθριας σχέσης, μιάμισης εβδομάδας. Τελικά θα αποκτήσει το χαρτί της απόλυσης την άνοιξη του 2000, το οποίο θα το παραλάβει με καθυστέρηση μερικών ημερών, ώστε να παραστεί σε ένα από τα πρώτα του δικαστήρια ως ναύτης, κερδίζοντας την ευμένεια της δικαστικής έδρας. Μετά από αυτό και από την ανάγκη του να φύγει μακριά από όσα του θυμίζουν την στρατιωτική του θητεία, δεν θα επιστρέψει για να πάρει ούτε τα προσωπικά του αντικείμενα. Θα αποσυρθεί για να το ξεπεράσει όλο αυτό στη νότια Μύκονο μαζί με φίλους, σε ένα άτυπο «γκρουπ θέραπι».

Το καλοκαίρι του ίδιου έτους, σε μια προσπάθεια απομόνωσης, για να ολοκληρώσει τη συγγραφή του πρώτου του βιβλίου, θα μεταβεί στην όμορφη Σέριφο, όπου για την κάλυψη των προς το ζην, θα τελέσει το επάγγελμα του Ντισκ Τζόκεϊ  σε γνωστό μπαρ, όπου συχνάζουν διάφοροι επώνυμοι και διάφοροι ανώνυμοι που θέλουν να συχνάζουν εκεί που συχνάζουν οι διάφοροι επώνυμοι. Τελικά δεν θα γράψει ούτε μια γραμμή, ενώ παράλληλα θα διαπιστώσει πως το νυχτοκάματο είναι πιο δύσκολο από όσο φαίνεται. Η χρονιά θα σωθεί από καθαρή τύχη, μιας και θα αποδειχθεί η πιο πλούσια γκομενικά, αφού για κάποιο αστρικό καπρίτσιο τον ταυτίζουν με γνωστό, λάτιν καλλιτέχνη του διεθνούς πενταγράμμου, που μεσουρανούσε την εποχή εκείνη, καθώς μόλις είχε κυκλοφορήσει το εκπληκτικό ποιοτικό άσμα «κούνα τον ποπό σου, κούνα τον ποπό σου».

Το καλοκαίρι αυτό είναι που θα γνωρίσει και τον μετέπειτα αδερφικό του φίλο, με τον οποίο θα πορευτούν μαζί σε οικογενειακές χαρές -σπάνιες- και τραγωδίες -νααααά- , συμπτώσεις, επαγγελματικές αποτυχίες και στοχαστικούς προβληματισμούς, ενώ το μόνο που θα πετύχουν αναμφισβήτητα καλά, είναι το να χρεωθούν. Παρεμπιπτόντως και εκείνος από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας τους δήλωσε συγγραφέας, κάτι που τους έφερε σαφέστατα κοντά, λόγο κοινής επαγγελματικής ιδιότητας. Επίσης ούτε αυτός έχει γράψει κάτι ακόμα.

Τα χρόνια που ακολουθούν είναι περιεκτικά σε συγκινήσεις και ψυχολογική φόρτιση. Σκοτεινά και σίγουρα όχι από αυτά που θα μπορούσε κανείς να τα χαρακτηρίσει ευχάριστα. Τουλάχιστον όχι στο κύριο μέρος τους. Τουλάχιστον όχι για τον ίδιο που αποτελεί τον βασικό χαρακτήρα της ιστορίας του. Τέσσερις σχέσεις, μπόλικα ουάν, άντε του ορ θρι ναιτ σταντ, αρκετά φλερτ, τρεις θάνατοι πολύ κοντινών του ανθρώπων, μερικοί πιο μακρινών, οκτώ διαφορετικές συνεργασίες, δύο γραφεία, ένα κατάστημα και ένα μπαρ, δύο λογιστές, τρία δικηγορικά γραφεία, επτά μετακομίσεις, δύο κλοπές, μερικά ταξίδια, πολύ «τσάτινγκ», πέντε σημεία διαμονής, αρκετές εκατοντάδες χιλιάδων ευρώ, δεκαοκτώ καρνέ επιταγών (το ένα εικοσιπεντάφυλλο), δώδεκα τράπεζες, αρκετές διαταγές πληρωμής, αρκετά δικαστήρια, αρκετές συνομιλίες και μπινελίκια με εισπρακτικές εταιρείες, τρεις ανεκτέλεστες κατασχέσεις και εννιακόσιες χιλιάδες ευρώ χρέος τουλάχιστον, συνθέτουν την εικόνα των ζοφερών χρόνων που ακολούθησαν μέχρι την πρωτοχρονιά του 2009.

Μερικά από τα παραπάνω συνεχίστηκαν και μετά, απλά τότε είναι που κάτι μέσα του ξυπνά και αποφασίζει πως, νισάφι πια, πρέπει να ζήσει! Έτσι το βάζει στόχο να βρει τον τρόπο με τον οποίο θα φέρει τη λύση. Στα γνωστά μονοπάτια του μυαλού του, επεξεργάζεται διάφορες ιδέες, προσανατολισμένος στην αρχή γύρω από την ήδη επιτυχημένη περίπτωση του «the million dollar page», την οποία και γρήγορα εγκαταλείπει για κάτι που να είναι πρωτότυπο και όχι αντιγραφή, αλλά και να ταιριάζει περισσότερο στην ιδιοσυγκρασία και τον χαρακτήρα του. Τελικά μετά από συζητήσεις, σκέψεις, απόρριψη ιδεών και ξανά συζητήσεις θα καταλήξει το καλοκαίρι του 2009 στην βασική ιδέα του εγχειρήματός του. Ένα αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα που θα το έκανε προπώληση με σκοπό να μαζέψει τα χρήματα που θα χρειαζόταν για να καλύψει τα χρέη και τα προβλήματά του και να κάνει μια νέα αρχή. Στον επόμενο χρόνο που ακολουθεί, μέχρι το καλοκαίρι του 2010 η σκέψη ολοκληρώνεται μέσα από δοκιμές, πλάνα και πρόχειρα κείμενα.

Από το καλοκαίρι του 2010 ξεκινάει να γράφει τα κείμενα του και τα αναρτά στο blog του μέχρι να ολοκληρωθεί το υλικό για την τριλογία του. Παράλληλα προπωλεί τα βιβλία του μέσα από το blog προς 15 ευρώ το καθένα με το σλόγκαν, «επηρέασε την εξέλιξη και βάλε το όνομά σου σε ένα μπεστ σέλερ».

Από την μέρα που ξεκίνησε το πρότζεκτ αυτό, είναι η μοναδική και κύρια εργασία του.

Ο Δημήτρης Κουτσομήτσος μιλάει Ελληνικά, που είναι και η μητρική του γλώσσα, Αγγλικά τσιμέντο, ελάχιστα Ρώσικα, ίσα για να κάνει εντύπωση σε γκομενάκια του πρώην ανατολικού μπλοκ, ενώ σκέφτεται να ξεκινήσει Ισπανικά, υπολογίζοντας μάλλον χωρίς τον ξενοδόχο, δηλαδή την ίδια τη γλώσσα, που σιγά μην του κάνει την χάρη. Ανήκει στον αστερισμό των Διδύμων που για τρελή ειρωνεία της τύχης του έχει δώσει και τον ίδιο ωροσκόπο, για να είναι τέσσερις και να μην αλλάξει ποτέ! Παρόλα αυτά είναι αξιαγάπητος!

Υγ. Είναι τόσο γαμάτο να γράφεις για τον εαυτό σου σε τρίτο πρόσωπο! Αχ ρε Ιούλιε πόσα ήξερες…


__________________________________________________________________________________________________________

a
"The Iperxreomenos"Dimitris Koutsomitsos was born in Athens on 29 May 1977 in a middle-class family. Blissful in their ignorance, parents and other relatives were celebrating his birth, not paying any attention to the parabolic symbolism of the date. His father was a proletariat speaking French and playing the piano, while his grandfather, who undertook a decisive role in his later ideological sophistication, was a WWII veteran of the Resistance who proclaimed the high treason of the Greek matricides upon defeating Mother Soviet Union in 1987 at the European Basketball Championship finals.

He will eventually grow up in a suburban house of West Attica, where he still resides, despite being a 33-year-old hobbledehoy. In fact, to make an impression, he often makes this silly pun that he lives in L.A. (Lowlands of Attica), creating a purposeful delusion to his collocutors, who come to the fallacious conclusion that he lives in Los Angeles of California. Of course, he feels no remorse over this fact since, along the other sins that characterize him and his ideological defenses, he believes that if you do not reveal something in full, and your collocutor jumps to the wrong conclusions, this does not constitute a lie, but rather a simple omission.

The most common response of the victim that follows on is “you didn’t tell me” only to receive the regular answer of “you never asked!”

He suffers from “trypanophobia” an extreme and irrational fear of injections and needles. On the bright side, this can be an advantage as he will never start piercing himself and become a junkie. He also suffers from marriage-phobia, a syndrome that will probably never allow him to be ‘married’!

He still lives in his parents’ house with his mother. Once upon a time, this house belonged to his family. However, following the wisdom and lucidity that describes his decisions he managed to put an end to the hassles that come with managing his family assets, by ‘transferring’ it to a notoriously obnoxious Greek bank so that they could have the pleasure of handling it.

At the start of his academic career he was registered in a private kindergarten for two years, from where he graduated successfully, demonstrating a certain inclination to embroidery and music clip recognition. He was manifold the winner of Musical Chairs. Moving on to the 5th Public Elementary School of his neighborhood, he graduated with a distinction and with excellent decorum, despite his hyperactivity and after serving by chance as an ensign to the flag for the school parade on independence day. He continued his studies at the 5th Public Middle School, which he completed with high marks, filling his parents with dreams and hopes for a bright future, whereas he is possibly the only high school student in the whole country that received a double mark in essay-writing in his final exams: one oral mark, for which no spelling mistakes were taken under consideration and was usually high; and a written mark that was barely a passing one. Ever since, he developed a skill to be interested only in the laudatory comments, ignoring that second ‘mark’, unaware that in the future, spellcheckers would be developed. And he was vindicated once again.

The last stage of his student career was the Integrated High School, where he graduated from with distinction, despite showing signs of fickle disposition character. Rumor has it that he didn’t fail his final year in high school due to repeatedly skipping his classes because of his good public relations with the teachers. Such rumors still remain unverified and by default, unsubstantiated. Due to this momentum he managed to be admitted in a technical college in Piraeus as an Electric Engineer, in which he was registered for two whole weeks—orientation week included—realizing that this was not his cup of tea.

After a year of latency with booze and parties for meditation and reflection purposes on the question “whither we in life?” he decided to register in a well-known atelier as a graphic designer. To be precise he started as an interior decorator but certain circumstances in life diverted him to graphic design. Those same circumstances would throw him out of the school just a year later. He claims that this was a form of retaliation for that unfortunate occurrence with the school secretary. During this mishap there was a slight disagreement in which he revealed to her that he knew his rights and made an honest statement in protest that “sleeping with the curriculum director doesn’t mean you can have an opinion on this”. A similar mishap occurred in the Italian language school in which he registered that same year, when he cleared his position to the school director and owner that “if I am paying for this you should call me for my absences” after the school secretary in an state of extreme professional zeal informed his girlfriend’s parents for their joint absence. In the meantime, he had made himself clear to them that “I come to Italian class because I like listening to other people speaking, like a hobby”, becoming a champion once again after being thrown out of two private schools in the same academic year. In the end, he will continue his graphic design studies in another school, from which he will leave upon joint assent. This last episode will put an end to his college years and to his age of innocence! Being obviously influenced by the “Alchemist” of that ‘Brilliant’ Paulo Coelho which he was reading at the time, he will consider these incidents as a sign that showed him the way to succeed professionally; and, at the same time, his inability to complete any kind of studies was attributed to his multitalented and ‘non finito’ character.

Following the call of his family and friends, he joins the Greek navy for his 21-month mandatory service, to fulfill his duty to the fatherland, despite being in complete opposition with this whole idea and he was trying to postpone it for later or even, forever. Yet, the only time that he “listened” to his peers in making a decision was seminal for not repeating such mistake, as only a few months later the service time was reduced by a quarter. But it’s too late for tears. During his service, he will discover that he is ideologically betraying himself just by being part of that military establishment, but it’s again too late. He will be transferred from the training center in Poros, to the border island of Lemnos and then to the navy headquarters in Skaramagkas, near Athens, where he will discover for the first time the need for writing following a turbulent break-up of a detrimental affair of one-and-a-half weeks. Finally, he will be belatedly discharged from the navy in the spring of 2000 in order to appear in full navy clothing in frond his first court case to win the sympathy of the bench. Following this incident, and feeling the need to get away from anything military-related, he will not even return to pick up his personal things. He will instead retire in the South of Mykonos with friends in an informal ‘group therapy’.

That summer, in efforts of isolation to finish up his first book, he will travel to the beautiful island of Serifos, where in order to make a living he will start working as a disc jockey in a well-known local bar where some celebrities like to hang out along with some faithless people, who like to hang out where celebrities like to hang out. At the end he won’t even write a single line of his book, while at the same time he will realize that working nights is harder than it looks. The efforts of a whole year will be saved by pure chance being the fullest year in terms of women, as by stellar mistake he’s being recognized as a famous Latino music artist of global caliber at the time, who’d made that fantastic quality song “shake your bon – bon”.

It is was during that summer that he met his best buddy with whom he later shared only a few rare family delights and far too many tragedies, coincidences and professional serendipities and other troubling occurrences during which the only success was to accrue a huge dept. By the way, he would also claim himself an author from the first moment they met, something that obviously brought them quite close to each other—given that common professional identity. He had not managed to write something as well.

The years to come are full of excitements of all sorts and too much psychological pressure: dark and certainly not the ones that you could define as ‘happy years’. At least not in their larger part, and at least not for himself, being the main character of his story. Four affairs, quite a handful of one (maybe two-three)-night-stands, a good number of flings, three deaths of people close to him, and a few others of more distant people, eight different professional partnerships, two offices, one shop and one pub, two accountants, three legal firms, seven relocations, two burglaries, some trips, too much web-chatting, five temporary residences, some hundred thousands euros, eighteen checkbooks, twelve banks, too many standing orders, enough court appearances, many conversations and cursing with collection agencies, three unexecuted forfeitures and at least nine hundred thousand euros in debt make up the full image of those bleak years that followed until New Year’s Day of 2009.

Some of the above continued after 2009 as well, but it is then when something deep inside of him wakes up and makes him decide that enough is enough: he’s got to live his life! Hence, he makes up his mind to find a way to get out of it all. In his notorious way of thinking, he processes a bunch of ideas with a clear orientation towards the famous success-story of “the million dollar page” which he abandons quickly for not being original but also as unfitting for his demeanor and character. Finally, upon discussion, deep thinking and rejecting of ideas he will start again in the summer of 2009 to discover the basic idea of his endeavor: an autobiographical novel that he would sell in advance to collect money to cover his debts and to make a clean start in life. Until the summer of 2010 his endeavor is shaping up through trials, plans and various drafts.

Since the summer of 2010 he begins writing his novel and posting the chapters on his blog until he completes the necessary material for his trilogy. At the same time he starts selling his books in advance through his blog for 15 euros each with the motto “determine the storyline of the book and put your name in a best seller!”

Ever since this project started, it remains his one and only profession.

Dimitris Koutsomitsos speaks Greek—being his native language; solid English, and a few basic Russian keywords, enough to make a good impression to some chicks from the former Eastern Bloc, while he’s thinking of taking up Spanish—not considering if the language would like him to learn it! He is Gemini with his natal sign being Gemini too which for his own twisted sake make them quadruplets and that will never change. All in all he’s loveable!

P.S. It’s so freaking cool to be writing about your self in the imperial singular. Good ol’ Julius Caesar was so right…

Written by Dimitris Koutsomitsos

6 Ιουλίου, 2010 στις 21:08

15 Σχόλια

Subscribe to comments with RSS.

  1. Δεν είμαι σίγουρη αν αναφέρθηκε, αλλά χρήζει να υπογραμμιστεί σε αυτό το «βιογραφικό σημείωμα», πως ο εν λόγος τύπος έχει κότσια….και αυτό λέει πολλά!
    (τουλάχιστον σε μένα)
    Φιλιά πολλά! :)

    astrofegia

    8 Ιουλίου, 2010 at 12:11

    • Σε ευχαριστώ πολύ Ρεγγίνα μου. To σίγουρο είναι ότι όλοι έχουμε κότσια. Απλά αρκετοί δεν έχουν χρειαστεί, ευτυχώς ίσως, να τα ανακαλύψουν. Τίποτα παραπάνω! Πολλά φιλία και από εμένα! :)

      Dimitris Koutsomitsos

      8 Ιουλίου, 2010 at 12:21

  2. Tο μόνο που ξέχασες, ή τουλάχιστον, αν υπήρχε να σπουδάσεις, είναι το συγγραφιλίκι…

    Kώστας

    8 Ιουλίου, 2010 at 14:08

    • Ήθελα να μείνω ακατέργαστος σε αυτόν τον τομέα! Άλλωστε η οικογένειά μου πίστευε πως ανήκω στον χώρο των θετικών επιστημών… ήμουν καλός στην αριθμητική και αυτό ήταν και μια καλή δικαιολογία για τα ορθογραφικά μου που ατίμωναν την οικογένεια… που να’ξεραν! :P

      Dimitris Koutsomitsos

      8 Ιουλίου, 2010 at 15:42

  3. Το καλοκαίρι του 2009 συνάντησε τον Παν.Παπί. σε μια από τις προσπάθειες να διατηρήσει την υστεροφημία του στον σέρβερ 1 και να γίνει χαλίφης στη θέση του χαλίφη (πρώτος σε ποπ). Μην γνωρίζων εκ των προτέρων την κατάληξη αυτής της γνωριμίας, σχολίασε σε στενό οικογενειακό του κύκλο τη συνάντηση αυτή: «Νομίζω ότι βρήκα έναν πιο τρελό από μένα». Εκτοτε του έχει επιδειχθεί διψήφιος αριθμός πιο τρελών (ή έστω ίδιο) από αυτόν, προερχόμενοι –κατά πλειψηφία– εκ της «αλυσίδας των ζώων»…

    ΥΓ. Τελικά ναι είναι γαμάτο να μιλάς στο τρίτο πρόσωπο. Λέω να το εφαρμόσεις Παν.Παπί.

    Παν.Παπί

    8 Ιουλίου, 2010 at 14:45

    • Ναι ναι, αυτά όντος είναι αδιάψευστα στοιχεία και όντος αποδεικνύουν και την ύπαρξη αυτής της ομάδας. Μάλιστα μετά από αυτό δεν θα μου κάνει εντύπωση αν ο Χαρδαβέλας αποδείξει και πάρει συνέντευξη από αντιπροσωπευτικό μέλος των Έψιλον…

      Το υστερόγραφό σας ελπίζω κύριε Παναγιώτη να μην είναι υπονοούμενο για τον τρόπο γραφής μου στο πρώτο πρόσωπο… άλλωστε τι με νοιάζει εμένα… μένω μόνο στα εγκωμιαστικά σχόλια! :P

      Dimitris Koutsomitsos

      8 Ιουλίου, 2010 at 15:50

  4. Kai auto to diavasa olo kai mporo na po oti mou arese alla einai eleipes….
    Den me anaferei kapou

    Pote tha grapseis to kefalaio: FOTIS ????????????

    Megistos Xorigos

    8 Ιουλίου, 2010 at 22:08

    • ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ – ΦΩΤΗΣ –

      Dimitris Koutsomitsos

      9 Ιουλίου, 2010 at 02:41

  5. Όντως είχε δίκιο ο Καίσαρας, αλλά αυτό το κάθαρμα ο Κοέλιο έχει κάψει πολύ κόσμο λέμε!

    Μου ‘φτιαξες τη μέρα με το κείμενο (τη νύχτα δηλαδή, αλλά τέλος πάντων).

    Όταν θα χρειαστώ το δικό μου βιογραφικό να το κοτσάρω, θα σε βάλω να μου το συγγράψεις.
    Σμουτς.

    Τύπος Νυχτερινός

    9 Ιουλίου, 2010 at 00:44

    • Σε ευχαριστώ πολύ Ιφιγένεια μου!
      Χαίρομαι πάρα πολύ που σου άρεσε.
      Όσο για την σκέψη σου δεν μπορείς να φανταστείς τι συγχρονισμός ήταν αυτός όταν το έγραψες! :P
      Θα σου πω, Θα σου πω!

      Dimitris Koutsomitsos

      9 Ιουλίου, 2010 at 02:33

  6. Κουτσομήτσο αν ήσουν καλός στην αριθμητική θα είχες σταματήσει στις 200.000 όχι στις 900.000 εσύ το τερμάτισες 3 φορές τουλάχιστον…

    δεν την παλεύω

    9 Ιουλίου, 2010 at 01:57

    • Το πρόβλημα είναι ότι δεν τερματίζει Βασίλη μου. Γράφει, γράφει, γράφει…
      … αλλά φυσικά ξέρεις πως δεν τα ξεχνώ! ;)

      Dimitris Koutsomitsos

      9 Ιουλίου, 2010 at 02:28

  7. Κάνω quote μια μικρή παράγραφο και αναρωτιέμαι εγώ τώρα, στον Mr. Ricky Martin (τι ψώνιο Θεέ μου) αναφερόντουσαν?? Sorry αλλά δεν το έχω προλάβει το τραγούδι αυτό…Τουλάχιστον είχες καλύτερη κατάληξη από αυτόν, if you get my point!!:Pp

    » (…)αφού για κάποιο αστρικό καπρίτσιο τον ταυτίζουν με γνωστό, λάτιν καλλιτέχνη του διεθνούς πενταγράμμου, που μεσουρανούσε την εποχή εκείνη, καθώς μόλις είχε κυκλοφορήσει το εκπληκτικό ποιοτικό άσμα “κούνα τον ποπό σου, κούνα τον ποπό σου”.»

    PS: Good morning :)

    Nikol N.

    9 Ιουλίου, 2010 at 09:24

  8. ΧΑΧΑΑΧΑ!!!!
    ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ:

    1) μικρός έπασχες απο ADHD
    2) και μεγάλος επίσης
    3) έχουν προστεθεί και άλλα σύνδρομα & νοσήματα με την πάροδο του χρόνου
    4) μην ανησυχείς ….στη φυλακή θα κονομήσεις … κάνε σεμινάρια στους μέσα τι να κάνουν όταν βγούν έξω για να δανειστούν χρήμα πριν ξαναμπούν μέσα (μη τους πεις μόνο πως να τα ξοδέψουν γιατί αν σε βρουν μέσα όταν ξαναμπούν τη γά#%$ε$)
    5) προτιμότερη μέθοδος αυτοκτονίας τα μπριζολάκια ….αργεί λίγο αλλα έτσι έχεις χρόνο για 5-6 λαλακίες ακόμα

    ….και μια σκέψη … η μύγα πριν σκάσει στο παρ-μπριζ τι σχέδια έιχε για το μέλλον ?????

    zapata

    9 Αυγούστου, 2010 at 16:43

    • Λοιπόν φίλος, για μάγειρας πετάς! Έχει βγάλει και τσελεμεντέ ο Freud; Θα χαρώ πολύ να μου τα εξηγήσεις όλα αυτά στην πρώτη ευκαιρία από κοντά!

      υγ. καλή η τελευταία μέθοδος αλλά πολυέξοδη… άλλες εποχές!

      Τώρα ήρθαν οι γερμανοί
      και μας το ‘φάγαν το φαί!

      Dimitris Koutsomitsos

      9 Αυγούστου, 2010 at 16:57


Σχολιάστε